κατέλυε

κατέλυε
καταλύω
put down
imperf ind act 3rd sg (epic)
κατέλῡε , καταλύω
put down
imperf ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πλουραλισμός — ο, Ν 1. όρος που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στον χώρο τής φιλοσοφίας και επεκτάθηκε αργότερα και σε άλλους χώρους, με βασικό πεδίο την κοινωνιολογική σκέψη και τον πολιτικό στοχασμό, ο οποίος δέχεται την ερμηνεία ή κατανόηση τού κόσμου όχι με την… …   Dictionary of Greek

  • σταθμός — Όνομα έντεκα οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (81 κάτ., υψόμ. 90 μ.) στην επαρχία Νάουσας του νομού Ημαθίας. Υπάγεται διοικητικά στο δήμο Νάουσας. 2. Πεδινός οικισμός (8 κάτ., υψόμ. 105 μ.), στην επαρχία Λιβαδειάς του νομού Βοιωτίας. Υπάγεται… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλική Επανάσταση — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τρεις μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία της σύγχρονης Γαλλίας (1789 92, 1830 και 1848), με σημαντικότερη ασφαλώς την πρώτη, που εισήγαγε το πολίτευμα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας.… …   Dictionary of Greek

  • Ιαδδούα — (4ος αι. π.Χ.). Ο τελευταίος Ιουδαίος αρχιερέας, σύγχρονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Νεεμίας ιβ’ 11). Ο αδελφός του, Ι. Μανασσής, είχε παντρευτεί τη Νικασό, κόρη του διοικητή της Σαμάρειας, Σαναβαλέτη. Όταν οι πρεσβύτεροι της Ιερουσαλήμ τού ζήτησαν …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”